Η διαταραχή της ανάγνωσης αναφερόταν παλαιότερα και με τον όρο «δυσλεξία» και έχει διερευνηθεί περισσότερο από κάθε άλλη μαθησιακή διαταραχή. Για τη διάγνωση της διαταραχής αυτής, η αναγνωστική ικανότητα του παιδιού θα πρέπει να είναι σημαντικά κατώτερη από την αναμενόμενη σε σχέση με τη νοημοσύνη και τη χρονολογική του ηλικία. Επίσης, η αιτία αυτής της διαταραχής δεν πρέπει να σχετίζεται με κάποιο αισθητηριακό πρόβλημα.
Τα παιδιά με διαταραχή της ανάγνωσης συνήθως δεν διακρίνουν τη φωνολογική δομή της γλώσσας (φωνολογική ενημερότητα) και το βασικό τους έλλειμμα αφορά τις ικανότητες αποκωδικοποίησης, με αποτέλεσμα να παρουσιάζουν δυσκολίες στην αναγνώριση των γραμμάτων και συλλαβών και στην ανάγνωση απλών λέξεων. Η αργή και κοπιαστική αποκωδικοποίηση και αναγνώριση απλών λέξεων από το παιδί έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη ή μερική αδυναμία κατανόησης των επιμέρους νοημάτων του κειμένου, της μεταξύ τους χρονικής και αιτιολογικής σχέσης, καθώς και του συνολικού νοήματος.
Η διαταραχή της ανάγνωσης χαρακτηρίζεται από τυπικά λάθη: